Αγροτική Ανάπτυξη και Καλάθι Αγροτικών Προϊόντων

Επιλογή από κάθε Περιφέρεια μιας ομάδας συγκεκριμένων προϊόντων που συνδέονται με το διατροφικό πρότυπο της περιοχής, είναι «βιώσιμα» (μάλλον με την επιχειρηματική και εμπορική έννοια) και μπορούν να αποτελέσουν «αιχμή του δόρατος» της γεωργίας στην περιοχή.

Επιλογή των προϊόντων κατόπιν διαβούλευσης και συνεργασίας μεταξύ ΥπΑΑΤ και τοπικών παραγόντων.

Προώθηση των προϊόντων αυτών με Εθνικό σήμα (Ελληνικό brand name).

Θεσμοθέτηση επιπλέον και Περιφερειακών σημάτων.

Υποστήριξη των συγκεκριμένων προϊόντων, εκ μέρους του ΥπΑΑΤ και των Οργανισμών του, όσον αφορά την εμπορική έρευνα και τεκμηρίωση, την εφαρμοσμένη έρευνα, την εκπαίδευση, την προβολή και τα κίνητρα (ενισχύσεις).

Πιθανή υιοθέτηση πολιτικής ενίσχυσης των Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και των Προϊόντων Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ) «ολοκληρωμένης διαχείρισης».

Πιθανή υιοθέτηση πολιτικής δημιουργίας μίας Ομάδας Παραγωγών για κάθε προϊόν ανά Περιφέρεια.

Πιστοποίηση της ποιότητας των προϊόντων (και για τα περιφερειακά σήματα, αλλά για και όλα τα άλλα: εθνικά σήματα, παραδοσιακά προϊόντα, βιολογικά) από τις Περιφέρειες.

Ο σχεδιασμός του «καλαθιού» των προϊόντων, για να έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, θα πρέπει να αντιμετωπίσει χρόνια προβλήματα της αγροτικής παραγωγής στη χώρα μας, καθώς και της αγροτικής πολιτικής, όπως είναι το κόστος παραγωγής, τα εμπόδια στην διάθεση των προϊόντων και τα ζωτικά προβλήματα του συνεταιριστικού κλάδου. Κρίσιμο σημείο επιτυχίας της πρωτοβουλίας είναι ο προσανατολισμός στη διατροφική αυτάρκεια, στη στήριξη της ζωής στην ύπαιθρο, στο μετριασμό της κυριαρχίας της χημικής γεωργίας και στην τήρηση βασικών αρχών αειφορίας. Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχουν στην εξαγγελία του «καλαθιού» πολλές ασάφειες, που χρίζουν διευκρινήσεων:

Η νέα πρωτοβουλία του υπουργείου φαίνεται να έχει ένα χαρακτήρα εκσυγχρονισμού, αφού είναι σαφής η προώθηση της «ολοκληρωμένης διαχείρισης». Όμως είναι παράδοξη, αλλά και απαράδεκτη, η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στη βιολογική γεωργία και τα βιολογικά προϊόντα. Τα βιολογικά προϊόντα είναι βιώσιμα τόσο από περιβαλλοντική όσο και από οικονομική άποψη, ενώ η «ολοκληρωμένη διαχείριση» αποτελεί απλώς το αυτονόητο στη διαχείριση των φυσικών και ειδικότερα των γεωργικών πόρων. Η βιολογική γεωργία φαίνεται να αποτελεί το αποπαίδι της πολιτικής του ΥπΑΑΤ. Η έως τώρα πολιτική για τη βιολογική γεωργία περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στη χορήγηση ατομικών ενισχύσεων στους παραγωγούς, χωρίς άλλα συνοδευτικά μέτρα οργάνωσης και υποστήριξης της παραγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η πρόσφατη ΚΥΑ που εξέδωσε το ΥπΑΑΤ για παροχή φρούτων και λαχανικών στα σχολεία, προωθεί και υιοθετεί τα συμβατικά προϊόντα «ολοκληρωμένης διαχείρισης» και εξαιρεί τα βιολογικά προϊόντα.

Η νέα «στρατηγική» φαίνεται να έχει και μια διάθεση εντατικοποίησης της παραγωγής. Αυτό διατυπώθηκε ρητά στις 17/12/2010 στην Καλαμάτα από τον Γ.Γ. του ΥπΑΑΤ κ. Κανελλόπουλο, ο οποίος μιλώντας για την πρωτοβουλία του ΥπΑΑΤ έδωσε πολλές φορές το σύνθημα «Αυξήστε την παραγωγή!». Η εντατικοποίηση όμως σημαίνει αυξημένες αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, είτε αυτό αφορά στη ρύπανση των υδάτων και των εδαφών, είτε στην απώλεια της μοναδικής ελληνικής βιοποικιλότητας, αυξημένη κατανάλωση φυσικών πόρων και αυξημένη παραγωγή αερίων θερμοκηπίου.

Απουσιάζει από τις διακηρύξεις οποιαδήποτε αναφορά στο ντόπιο γενετικό υλικό. Η προστασία, ανάδειξη και ανάπτυξη των ντόπιων ποικιλιών και φυλών, της ελληνικής αγρο-βιοποικιλότητας, οφείλει να είναι κεντρική επιλογή στην ανάπτυξη της γεωργίας-κτηνοτροφίας μας και να υποστηρίζεται πραγματικά με έρευνα, κατοχύρωση, προώθηση και κίνητρα.

Με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο υπάρχει ήδη διάκριση σε προωθούμενες και μη ποικιλίες, καλλιέργειες και εκτροφές, οι οποίες ενισχύονταν ειδικά και περισσότερο στα πλαίσια των μέτρων ενισχύσεων του τμήματος της ΚΑΠ που αφορούσε την Αγροτική Ανάπτυξη (ο επονομαζόμενος και «2ος Πυλώνας»). Συνεπώς, η επιλογή ορισμένων προϊόντων ως ιδιαίτερα προωθούμενων δεν είναι κάτι καινούργιο. Μόνη καινοτομία σε αυτό το θέμα φαίνεται να είναι η συνεργασία με τους τοπικούς φορείς και την Αυτοδιοίκηση, μια διαδικασία δηλαδή που θα έπρεπε ούτως ή άλλως να είναι αυτονόητη και θεσμοθετημένη.

Είναι ασαφές τι επιφυλάσσει η πρωτοβουλία του ΥπΑΑΤ όσον αφορά σε ορισμένα ΠΟΠ-ΠΓΕ (Προϊόντα Ονομασίας Προέλευσης – Προϊόντα Γεωγραφικής Ένδειξης) καθώς και σε ορισμένα τοπικά προϊόντα, τα οποία έχουν μεγάλη παράδοση και ιστορικό όνομα, αλλά για διάφορους λόγους μια κάποια φθίνουσα παραγωγή και διείσδυση στην αγορά. Η στρατηγική θα τα υποστηρίξει ή θα τα ρίξει στην αφάνεια;

Η τοπική πιστοποίηση των σημάτων ποιότητας, που έχει εξαγγελθεί ως συστατικό της νέας στρατηγικής του ΥπΑΑΤ, προβληματίζει έντονα. Είναι γνωστό ότι το ΥπΑΑΤ πολλές φορές στο παρελθόν είχε καταγγείλει τις πιστοποιήσεις «μαϊμού». Όμως ήταν το ίδιο το ΥπΑΑΤ ο αποκλειστικός υπεύθυνος για τους ελέγχους των φορέων πιστοποίησης (με τους κατά νόμο αρμόδιους ΟΠΕΓΕΠ και Δ/νσεις του Υπουργείου)! Δηλαδή το ΥπΑΑΤ αδυνατούσε και αδυνατεί να υπερβεί το πολιτικό κόστος του ξεκαθαρίσματος στο χώρο των πιστοποιήσεων. Θα ήταν σφάλμα να ρίξει η κεντρική διοίκηση την ευθύνη της πιστοποίησης στους τοπικούς φορείς, ώστε να μην επωμίζεται η ίδια το σχετικό πολιτικό κόστος.

Στο σκέλος της προώθησης των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό, η πρωτοβουλία του «καλαθιού» ελάχιστη ελπίδα εμπνέει. Η προώθηση έως τώρα δεν έπασχε λόγω έλλειψης σημάτων αλλά λόγω έλλειψης συγκροτημένων και επαγγελματικών δομών προώθησης. Λόγω εγκατάλειψης στην πράξη και στην ουσία της προώθησης. Με την κατάργηση των γεωργικών ακολούθων, την άκαιρη και ανεπαρκή διαφήμιση και την αδιαφανή κατασπατάληση διάφορων συγχρηματοδοτούμενων «άϋλων δράσεων».

Δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο αν στα πλαίσια της νέας στρατηγικής έχουν θέση, ευθύνες και αρμοδιότητες οι γεωτεχνικές υπηρεσίες της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης (αλλά και των Δήμων). Αν δεν έχουν, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για αποκέντρωση των γεωτεχνικών αρμοδιοτήτων, οι οποίες είναι στελεχωμένες με αξιόλογο και καταρτισμένο γεωτεχνικό προσωπικό, που -επιπλέον- γνωρίζει τα τοπικά χαρακτηριστικά της παραγωγικής διαδικασίας. Το ΥπΑΑΤ επιβάλλεται να ξεκαθαρίσει τις αρμοδιότητες και τη συναφή χρηματοδότηση που θα μεταβιβάσει στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση, κάτι που δεν έχει κάνει επαρκώς ως σήμερα.

Δεν είναι ξεκάθαρο ακόμη αν ο στόχος του «καλαθιού» είναι κυρίως η προώθηση των προϊόντων μας στο εξωτερικό, η ενίσχυση της εσωτερικής αγορά ή και τα δύο. Εν μέσω οικονομικής κρίσης από ποιους πόρους θα εξασφαλιστεί η απαραίτητη χρηματοδότηση των προβλεπόμενων δράσεων;

Προτάσεις της “Οικολογίας -Αλληλεγγύης” για το «Καλάθι των Περιφερειών»

Αναμένοντας τις αναλυτικές θέσεις του υπουργείου για το «Καλάθι» της Περιφέρειας της Κεντρικής Μακεδονίας, διατυπώνουμε τις προτάσεις μας επί των γενικών αρχών της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας:

Η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία επιβάλλεται, ως η πλέον υπεύθυνη περιβαλλοντικά και κοινωνικά μέθοδος παραγωγής, να υποστηριχθεί κατά προτεραιότητα στα πλαίσια της στρατηγικής του ΥπΑΑΤ και της κυβέρνησης (συνεπώς και στο «Καλάθι της Περιφέρειας»).

Η στρατηγική του ΥπΑΑΤ και της κυβέρνησης (συνεπώς και το «Καλάθι της Περιφέρειας») πρέπει να στραφεί σε μία γεωργία-κτηνοτροφία και διατροφή που να είναι συνολικά περιβαλλοντικά υπεύθυνη, έτσι ώστε να είναι μακροπρόθεσμα αειφόρος, δηλαδή βιώσιμη από κάθε άποψη. Η εντατική αγροτική παραγωγή, όχι μόνο είναι περιβαλλοντική επιζήμια, αλλά δεν ταιριάζει και στα χαρακτηριστικά της ελληνικής γεωργίας, με το μικρό κλήρο, το έντονο ανάγλυφο, τους ελλιπείς υδατικούς πόρους, που -αντίθετα- προσφέρεται για παραγωγή τοπικών, ποιοτικών και υψηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντων.

Το ντόπιο γενετικό υλικό πρέπει να ενταχθεί σαφώς και κατά προτεραιότητα στη γεωργική πολιτική του ΥπΑΑΤ (συνεπώς και στο «Καλάθι της Περιφέρειας»). Οι παραδοσιακές και ντόπιες ποικιλίες, καλλιέργειες και εκτροφές πρέπει να προστατευθούν και να ενισχυθούν, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχισή τους και η σύνδεσή τους με την τοπική οικονομία (τουριστικό προϊόν, εγχώρια αγορά, κλπ). Επιπλέον πρέπει να αποτελούν το βασικό υλικό της πιστοποίησης κάθε προϊόντος «ταυτότητας».

Στόχος κάθε Περιφέρειας θα πρέπει να είναι η διατροφική ασφάλεια και η όσο δυνατόν μεγαλύτερη αυτονομία στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών, με προϊόντα που παράγονται και καταναλώνονται τοπικά, περιορίζοντας το κόστος των μεταφορών αλλά και τους μεσάζοντες, και εξασφαλίζοντας παράλληλα καλές τιμές και για τον αγρότη, αλλά και για τον καταναλωτή.

Στήριξη όσων παραγωγών έχουν έμπρακτα ενσωματώσει στην επαγγελματική τους δραστηριότητα αρχές της τοπικότητας, της αειφορίας, της παράδοσης και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων, όσοι διατηρούν παραδοσιακές ποικιλίες και εκτροφές, οι κινήσεις διατήρησης ντόπιων σπόρων, τα δίκτυα ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών έχουν στο σύνολό τους αποδείξει ότι υπερασπίζονται την αυθεντικότητα του ελληνικού μεσογειακού αγρο-διατροφικού προτύπου.

Στήριξη της τοπικής διάθεσης των προϊόντων με ενίσχυση των δομών που προωθούν τα τοπικά δίκτυα παραγωγών-καταναλωτών και διευκόλυνση των τοπικών προϊόντων να βρουν το δρόμο τους στα ράφια των μεγάλων αλυσίδων λιανεμπορίου.

Αρωγός στην προσπάθεια των αγροτών για παραγωγή ποιοτικών, πιστοποιημένων προϊόντων, θα πρέπει να σταθεί το γεωτεχνικό προσωπικό της τοπικής αυτοδιοίκησης (τόσο των περιφερειών, όσο και των δήμων), που μακριά από τις γνωστές γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και με την εμπειρία και τις γνώσεις τους θα μπορέσουν να δώσουν στην ελληνική γεωργία την ώθηση που χρειάζεται ώστε να καταστεί ανταγωνιστική και βιώσιμη.

Τέλος, στα προϊόντα που θα περιλαμβάνονται στο «καλάθι» της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας προτείνουμε, εκτός από τα επώνυμα και δυναμικά προϊόντα, να περιλαμβάνονται και παραδοσιακές τοπικές ποικιλίες και φυλές ζώων, που είναι κατεξοχήν προσαρμοσμένες στο μικροκλίμα και περιβάλλον κάθε περιοχής και που μπορούν να δώσουν ώθηση στην αγροτική ζωή ακόμη και στις πιο απομονωμένες αγροτικές περιοχές.

Διαβάστε επίσης

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Σε Θεμελιακά Λανθασμένη Κατεύθυνση, το Σύμφωνο για το Ευρώ

Θέμα δημοψηφίσματος θέτουν στο ευρωκοινοβούλιο οι Οικολόγοι Πράσινοι Θέμα δημοψηφίσματος για το Σύμφωνο για το Ευρώ, έθεσε στο ευρωκοινοβούλιο ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων Μιχάλης

Ευρωομόλογα: Όρους «Ακόμη πιο αυστηρους από το μηχανισμό στήριξης» προαναγγέλει ο Βαν Ρομπάι

Ανησυχητική η απάντησή του σε παρέμβαση του Μιχάλη Τρεμόπουλου Το θέμα των ευρωομολόγων έθεσε ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων Μιχάλης Τρεμόπουλος προς τον πρόεδρο του