Πρώτο βήμα για την επαναπροσέγγιση μια Πράσινη Αμμόχωστος
Αυτές τις ώρες, πριν 40 χρόνια, ετοιμαζόταν ο «Αττίλας 2» στην Κύπρο, που θα γίνει τελικά ανήμερα της γιορτής της Παναγίας το δεκαπενταύγουστο του 1974.
Η χούντα της δήθεν «εθνοσωτηρίου επαναστάσεως» της 21ης Απριλίου 1967 είχε ήδη παραδώσει την εξουσία στους προδικτατορικούς πολιτικούς, μετά την κατάρρευσή της λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Και η κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» προσπαθούσε να μαζέψει τα κομμάτια της εθνικιστικής και τυχοδιωκτικής πολιτικής του «σκοτεινού» δικτάτορα Δ. Ιωαννίδη, που είχε ανατρέψει τον Γ. Παπαδόπουλο γιατί διαφωνούσε με την πορεία του προς τις ελεγχόμενες εκλογές και τη συνεννόηση με την Τουρκία αλλά και γιατί ήθελε να «σώσει» την Κύπρο από τον κομμουνισμό.
Με αφορμή τη συμπλήρωση 40 χρόνων από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και την τραγωδία της Κύπρου, θα περίμενε κανείς από τον πολιτικό κόσμο και τα ΜΜΕ μια πιο ψύχραιμη αποτίμηση των γεγονότων του καλοκαιριού του 1974. Κι αυτό, όχι για ιστορικούς λόγους αλλά για να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα, που θα μας εμποδίσουν να ξανακάνουμε τα ίδια λάθη.
Οι ιθύνοντες της επιλεκτικής ιστορικής μνήμης θέλουν να ξεχνούμε ότι στις 15 Ιουλίου 1974 η χούντα του Ιωαννίδη είχε οργανώσει πραξικόπημα στην Κύπρο εναντίον της εκλεγμένης κυβέρνησης και του νόμιμου προέδρου Μακάριου. Και οι νεότεροι να μένουν με τις αποστειρωμένες εθνικές αφηγήσεις, αγνοώντας ότι ο εθνικιστικός τυχοδιωκτισμός της ελληνικής χούντας πρόσφερε μια θαυμάσια ευκαιρία για την εισβολή των Τούρκων στις 20 Ιουλίου («Αττίλας 1»), με συνέπεια το νέο ανθρωπιστικό δράμα, τους χιλιάδες νεκρούς και τους πρόσφυγες, κοντά στις οργανωμένες δολοφονίες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Την επόμενη κιόλας ημέρα της μεταπολίτευσης της 24ης Ιουλίου 1974 στην Ελλάδα, μετά από σύσταση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, συνήλθε στη Γενεύη «Τριμερής Διάσκεψη», με τη συμμετοχή των Υπουργών Εξωτερικών των τριών εγγυητριών δυνάμεων της Κύπρου (Ελλάδα, Τουρκία και Μ. Βρετανία) και στις 30 Ιουλίου υιοθέτησαν έκθεση, που απέκλειε κάθε στρατιωτική επέκταση και πρόβλεπε μείωση των στρατιωτικών δυνάμεων στο νησί ενώ με Διακήρυξη αναγνώρισαν την ύπαρξη δύο αυτόνομων διοικήσεων, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής, που έπρεπε να εξασφαλίσουν την ειρήνη και την επανεγκαθίδρυση της συνταγματικής κυβέρνησης στην Κύπρο. Παρόλα αυτά και παρά τη δεύτερη διάσκεψη της Γενεύης στις 14 Αυγούστου, ο τουρκικός στρατός προχώρησε στον «Αττίλα 2» και μέσα σε δυο μέρες, παρά τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, κατέλαβε το 37% του κυπριακού εδάφους, παίρνοντας ό,τι ζητούσε το Σχέδιο Ντενκτάς και επιπλέον την Αμμόχωστο, που κατελήφθη αμαχητί.Η βίαιη διχοτόμηση έδιωξε 200.000 Ελληνοκύπριους ως πρόσφυγες προς το Νότο και 51.000 Τουρκοκύπριους προς το Βορρά.
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της «πατριωτικής» πολιτικής που εξέφραζε ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ο Γεώργιος Γρίβας και άλλοι εθνικοπαράφρονες της εποχής.
Ο Δ. Ιωαννίδης είχε διατελέσει το 1957-59 -όπως και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος από το 1960- αρχηγός του ακροδεξιού Ιερού Δεσμού Ελλήνων Αξιωματικών (ΙΔΕΑ), ένα ψυχροπολεμικό φυτώριο εθνικιστών και αντικομουνιστών αξιωματικών, που είχε εκπαιδευτεί για να παρεμβαίνει στην πολιτική ζωή και είχαν κάνει και το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Ο Δ. Ιωαννίδης είχε αναλάβει το καίριο πόστο του αρχηγού της ΕΣΑ αλλά πολύ σύντομα βρέθηκε σε σύγκρουση με τους Γ. Παπαδόπουλο, Σ. Παττακό και Ν. Μακαρέζο, όταν ανακάλεσαν τον Γρίβα και απέσυραν την ελληνική μεραρχία από την Κύπρο.
Ο Γρίβας ήταν επί Κατοχής αρχηγός της ένοπλης εθνικιστικής οργάνωσης «Χ» και στην αρχή της δεκαετίας του 1960 είχε ιδρύσει κόμμα όπου είχε συσπειρώσει όλους τους δωσίλογους, στελέχη των Ταγμάτων Ασφαλείας, εθνικοσοσιαλιστές, εθνικιστές και αντικομμουνιστές. Τον Ιούνιο του 1964 είχε σταλεί μυστικά στην Κύπρο μαζί με μια ελληνική μεραρχία, με την ανοχή του ΝΑΤΟ, ώστε να ελέγξει ως αρχιστράτηγος την κατάσταση. Μετά το φιάσκο της στρατιωτικής επιχείρησης εναντίον τουρκοκυπριακών χωριών και το θάνατο 27 Τουρκοκύπριων, το Νοέμβριο του 1967, η χούντα είχε αποδεχτεί την απαίτηση της Τουρκίας για απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας.
Ο Ιωαννίδης, που το 1963-1964, κατά την περίοδο των διακοινοτικών συγκρούσεων, ήταν στην Κύπρο ταγματάρχης της ΕΛΔΥΚ, είχε καταγγείλει μαζί με τους Κ. Ασλανίδη και Γ. Λαδά την απόσυρση ως μειοδοτική. Οι στόχοι τους με αυτούς του Γρίβα ήταν κοινοί και επεκτάθηκαν σε σχεδιασμούς ανατροπής του Παπαδόπουλου και του Μακάριου μέσω της ίδρυσης της ΕΟΚΑ Β’ και της μυστικής επιστροφής του Γρίβα στην Κύπρο, το 1971. Πρόσχημα ήταν, μετά τις εκλογές του 1970 και την άνοδο του ΑΚΕΛ, ο κομουνιστικός κίνδυνος από τη συμμαχία του Μακάριου με το ΑΚΕΛ και τα ανοίγματά του προς τη Σοβιετική Ένωση και το Κίνημα των Αδεσμεύτων.
Η διαφορά τους ήταν ότι ο Μακάριος αρνούνταν μεν τις επιταγές των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου του 1959 για ισότιμη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων, ως ξεχωριστής κοινότητας, και επεδίωκε -με σύμμαχο το χρόνο και την οικονομική επικυριαρχία- ένα ελληνικό κράτος, απλώς με δικαιώματα στην τουρκοκυπριακή μειονότητα -χωρίς να αποκλείει και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση- ενώ οι Γρίβας-Ιωαννίδης ήθελαν μόνον την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Ο τυφλός εθνικισμός, όμως, που πάντα λειτουργεί σε βάρος των εθνικών συμφερόντων, η ανικανότητα ανάγνωσης των διεθνών συσχετισμών, η υποτίμηση των κινδύνων, η ανάγκη της χούντας του Ιωαννίδη να επιβιώσει μέσω μιας εθνικής επιτυχίας, οδήγησαν τελικά στην κυπριακή τραγωδία.
Είχε προηγηθεί στις 25 Νοεμβρίου του 1973 το πραξικόπημα του Ιωαννίδη εναντίον του Παπαδόπουλου, ο οποίος είχε αρχίσει μεταρρυθμίσεις με τον Μαρκεζίνη και υποσχόταν εκλογές το 1974 κατόπιν υποδείξεων της κυβέρνησης των ΗΠΑ και τις πιέσεις από το Κογκρέσο με το εμπάργκο πώλησης όπλων προς την Ελλάδα, λόγω της δικτατορίας.
Αυτό που ενδιέφερε κυρίως τις ΗΠΑ ήταν η διατήρηση της συνοχής της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ απέναντι στην ΕΣΣΔ και της επιρροής της Δύσης στην ανατολική Μεσόγειο, μέσω και της ελληνοτουρκικής σταθερότητας και της ισορροπίας στην Κύπρο. Όταν, με το χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο, αυτή ανατράπηκε σε βάρος της Τουρκίας, ενός σημαντικού αναχώματος στην κάθοδο της Σοβιετικής Ένωσης στη Μεσόγειο και τη φλεγόμενη από το 1973 Μέση Ανατολή, αλλά η οποία προειδοποιητικά στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ είχε ανοίξει τους αεροδιαδρόμους της στη Σοβιετική Ένωση, οι ΗΠΑ δεν θα έμπαιναν μπροστά για να αποτρέψουν την τουρκική εισβολή ενώ θα είχαν κάθε λόγο να στηρίξουν την Τουρκία στην εδραίωση των τετελεσμένων.
Αλλά και η Σοβιετική Ένωση, που δε θα άφηνε μια ευκαιρία για αποσταθεροποίηση του ΝΑΤΟ, φαίνεται να έδωσε τη συγκατάθεσή της στην εισβολή ενώ το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων ΤΑΣΣ μετέδιδε ότι «τα στρατεύματα της Τουρκίας αντιμετωπίζουν τη λυσσώδη αντίδραση των πραξικοπηματιών».
Μετά από 40 χρόνια
Μετά από 40 χρόνια, οι Οικολόγοι Πράσινοι επισημαίνουν ότι το αίτημα της δίκαιης επανένωσης του νησιού, μέσα από ουσιαστικό διάλογο μεταξύ των δύο κοινοτήτων, παραμένει μόνον ευχή. Αντίθετα:
– τα ψηφίσματα του ΟΗΕ παραμένουν ακόμα γράμμα κενού περιεχομένου,
– η κατοχή της Βόρειας Κύπρου αντιστρατεύεται συμφέροντα και επιδιώξεις και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων,
– η Τουρκία παραμένει ακόμα δέσμια των μύθων που δημιούργησε η ίδια για εσωτερική κατανάλωση, σε βάρος ακόμα και της ευρωπαϊκής της προοπτικής,
-οι ακρότητες του παρελθόντος αντιμετωπίζονται με τη συνεργασία μεταξύ της Ελληνοκυπριακής και της Τουρκοκυπριακής κοινότητας, με τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένωνκαι την ταυτοποίηση των λείψανων εκατοντάδων ατόμων από μαζικούς τάφους σε ολόκληρο το νησί.
– ο εθνικισμός στην Ελλάδα εκφράζεται κυρίως μέσω ενός ανοιχτά φιλοναζιστικού κόμματος, που παρά την αποκάλυψη του εγκληματικού χαρακτήρα του απολαμβάνει μαζικής υποστήριξης από πολίτες οι οποίοι δεν συνειδητοποιούν τους κινδύνους που συνεπάγεται η ενίσχυση των στρατιωτικού τύπου εθνικιστικών ομάδων.
«Στα 40 χρόνια από την τουρκική εισβολή πρέπει να δούμε μπροστά, για μιαδυναμικήεπαναπροσέγγιση των δυο κοινοτήτων. Και ως πρώτο βήμα, η πρόταση για Πράσινη Αμμόχωστο, που έχω καταθέσει από το 2009 ως ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, μπορεί να υλοποιηθεί», δηλώνει ο Μιχάλης Τρεμόπουλος, εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος. «Υπενθυμίζω ότι ερώτησή μου στο ευρωκοινοβούλιο το 2010 για τη δυνατότητα ευρωπαϊκής συγχρηματοδότησης των σχεδίων για Πράσινη Αμμόχωστο, είχε προκαλέσει θετική απάντηση της Κομισιόν. Και πάλι τονίζω ότι το να επιτραπεί στους πρόσφυγες της Αμμοχώστου να επιστρέψουν σε μια βιώσιμη πόλη, θα ήταν καθοριστικό βήμα τόσο για την ανθρωπιστική του διάσταση όσο και για την επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο. Οι ευρωπαϊκές αρχές οφείλουν να συντονίσουν με το νέο ευρωκοινοβούλιο τις προσπάθειες να εξασφαλιστεί και η συνεργασία της Τουρκίας».
Οι ελληνοκυπριακές συνοικίες της Αμμοχώστου, τα Βαρώσια, παραμένουν από το 1974 περιφραγμένη και νεκρή πόλη, καθώς ο τουρκικός στρατός δεν επιτρέπει την είσοδο κατοίκων και επισκεπτών.
Όμως είναι ελπιδοφόρο ότι τον Ιανουάριο του 2012έγινε δεκτή από το ευρωκοινοβούλιοσχετικήΠρωτοβουλία Γραπτής Δήλωσης για επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της, που είχε ξεκινήσει το 2011 μετά από πρόταση 5 ευρωβουλευτών όλων των μεγάλων πολιτικών ομάδων, ανάμεσά τους και του Μιχάλη Τρεμόπουλου, του μόνου Έλληνα ή Κύπριου ευρωβουλευτή ανάμεσα στους πρωτεργάτες.
Σχετικά κείμενα:
Η ερώτηση του Μ. Τρεμόπουλου για την Πράσινη Αμμόχωστο