Την εισήγησή του, εκ μέρους της ομάδας των Πράσινων, παρουσίασε ο Μιχάλης Τρεμόπουλος στην Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης του ευρωκοινοβουλίου για το σχέδιο γνωμοδότησης που συζητά η επιτροπή στο θέμα της ευρωπαϊκής πολιτικής τουρισμού, με εισηγητή τον Ιταλό σοσιαλιστή Σαλβατόρε Καρόννα.
Με πλήρη τίτλο “Η Ευρώπη, πρώτος τουριστικός προορισμός παγκοσμίως-Νέο πολιτικό πλαίσιο για τον ευρωπαϊκό τουρισμό”, η γνωμοδότηση θα απευθύνεται στην Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού του ευρωκοινοβουλίου, που θα διαμορφώσει τη σχετική Έκθεση που θα υποβληθεί για ψήφιση στην Ολομέλεια.
Καταθέτοντας τις παρατηρήσεις του, ως «σκιώδης εισηγητής» της ομάδας των Πράσινων, ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης τόνισε την ιδιαίτερη σημασία του τουρισμού για πλήθος ευαίσθητες περιοχές σε όλη την Ευρώπη, καθώς και το πόσο ευάλωτος είναι σε περιβαλλοντικές απειλές όπως η κλιματική αλλαγή, η λειψυδρία, η ερημοποίηση ή η άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Όλα αυτά χρειάζονται αποτελεσματικές πολιτικές για συνολική αντιμετώπισή τους, αλλά και ανάλογη προσαρμογή των απαιτήσεων του τουρισμού σε φυσικούς πόρους. Καθώς το μοντέλο του μαζικού τουρισμού είναι ξεπερασμένο και έχει βαρύτατο τίμημα, οι ευρωπαϊκές πολιτικές χρειάζεται να ενισχύσουν τις υπάρχουσες καλές πρακτικές και να προωθήσουν μορφές εναλλακτικού τουρισμού που να σέβονται ταυτόχρονα την τοπική κοινωνία, την πολιτιστική κληρονομιά και το περιβάλλον. Η εισήγηση του Μιχάλη Τρεμόπουλου κλείνει με την ενδεικτική απαρίθμηση δράσεων που θα μπορούσαν να βελτιώσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του τουρισμού και τη σχέση του με τις τοπικές κοινωνίες.
‘Όπως τονίζεται στην εισήγηση του Μιχάλη Τρεμόπουλου, «H ανάπτυξη του τουρισμού θα πρέπει να σέβεται και να συμβαδίζει με τις εθνικές, τοπικές, πολιτισμικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές ιδιαιτερότητες και συνθήκες. Τουρισμός, πολιτισμός και περιβάλλον είναι οι περισσότερο αλληλοεξαρτώμενοι τομείς. Στόχος μιας Βιώσιμης Τουριστικής Πολιτικής θα πρέπει να είναι η αρμονική ένταξη των τουριστικών δραστηριοτήτων στο φυσικό περιβάλλον μέσω της αποφυγής και της αποτελεσματικής διαχείρισης των περιβαλλοντικών πιέσεων που δημιουργούν».
Για περισσότερες πληροφορίες: Μιχάλης Τρεμόπουλος 6982 689868
(ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της «σκιώδους εισήγησης» του Μιχάλη Τρεμόπουλου)
Ο τουρισμός είναι ένας από τους ισχυρότερους οικονομικούς τομείς στα Ευρωπαϊκά κράτη, που όμως βρίσκεται σε κάμψη. Οι τουριστικές και οι συναφείς δραστηριότητες στην ΕΕ αποδίδουν, σύμφωνα με την Επιτροπή, πάνω από το 10% του ΑΕΠ της και προσφέρουν περίπου το 12% της απασχόλησης.
Στο σημείο 3 του Σχεδίου, λοιπόν, προτείνω τη διατύπωση: H πολλαπλασιαστική επίδραση του τουρισμού σε πολλές Ευρωπαϊκές Περιφέρειες τον έχει αναδείξει σε βασικό οικονομικό παράγοντα της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης (ποσοστά συμμετοχής στο ΑΕΠ 15-20%).
Ο τουρισμός, ως η τρίτη μεγαλύτερη κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα της ΕΕ, συνεισφέρει σημαντικά στην ανάπτυξη και την οικονομική και κοινωνική ολοκλήρωση, κυρίως των παράκτιων περιφερειών και των νησιών, των αγροτικών και ορεινών περιοχών κτλ. Η Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης, λοιπόν, θα πρέπει να χαιρετίσει το ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να αντιμετωπίσει την κάμψη τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης της εξωτερικής διάστασης της τουριστικής πολιτικής της ΕΕ, με σκοπό τη στήριξη της ροής τουριστών που προέρχονται από τρίτες χώρες, αλλά και τη στήριξη των εταίρων της ΕΕ, κυρίως στη Μεσόγειο.
Οι περιοχές αυτές θίγονται σημαντικά από την απερήμωση και την κλιματική αλλαγή, που ανεβάζει τη στάθμη της θάλασσας. Επομένως, θα πρέπει να τονίσουμε την ανάγκη πιο αυστηρών ευρωπαϊκών πολιτικών για το κλίμα και για οικονομικούς λόγους
Καθώς οι περιοχές αυτές υποφέρουν και από την έλλειψη νερού, οι τουριστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να μειώσουν την κατανάλωση πόσιμου ύδατος και όχι μόνο “σε περίπτωση ξηρασίας”, όπως αναφέρει η Ευρ. Επιτροπή. Θα πρέπει, επίσης, να εγκαταλειφτούν τα τεράστια σχέδια για δημιουργία γηπέδων γκολφ, που σπαταλούν τους πολύτιμους υδατικούς πόρους.
Δυστυχώς, ο μαζικός τουρισμός, που αντιπροσωπεύει το 80% του διεθνούς τουρισμού και προωθείται μέσω φθηνών πακέτων σε δημοφιλείς τουριστικές περιοχές, παραμένει το κυρίαρχο μοντέλο αλλά ήδη αποδεικνύει ότι είναι ένα ξεπερασμένο μοντέλο, που καταχράται στις περισσότερες περιπτώσεις τη φέρουσα ικανότητα και σημειώνει σημαντικές, εποχιακές και μη, πιέσεις στους φυσικούς πόρους των περιοχών που αναπτύσσεται.
Σήμερα ένα σημαντικό μέρος -περίπου 60%- των τουριστικών δραστηριοτήτων σε επίπεδο Ευρώπης εξαρτώνται από το φυσικό περιβάλλον, ενώ περίπου το 40% των τουριστικών δραστηριοτήτων βασίζονται στα αστικά ή πολιτιστικά στοιχεία.
Οι εξελίξεις στις προτιμήσεις των τουριστών και η διαφοροποίηση στα τουριστικά προϊόντα όπως και ο προβληματισμός για τις κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές συνέπειες του μαζικού τουρισμού, η αναζήτηση της χρυσής τομής μεταξύ των απαιτήσεων της οικονομίας, της κοινωνίας και του περιβάλλοντος, έφεραν στο προσκήνιο νέες εναλλακτικές μορφές τουρισμού.
Στο σημείο 8 του Σχεδίου θα ήταν καλό να υπάρξει αναφορά και στις άλλες μορφές τουρισμού, όπως ο οικοτουρισμός, ο αγροτουρισμός, ο πολιτισμικός, ο ιστορικός, ο ιαματικός και θερμαλιστικός τουρισμός κ.α., που σέβονται ταυτόχρονα την τοπική κοινωνία, την πολιτιστική κληρονομιά και το περιβάλλον.
Ακόμα και στις περιοχές Natura 2000, οι οποίες καλύπτουν πάνω από το 17% του ευρωπαϊκού εδάφους θα μπορούσε να αναπτυχθεί ένα είδος φιλικού προς το περιβάλλον και ήπιου τουρισμού, εξασφαλίζοντας -εκτός των άλλων- και ένα τοπικό εισόδημα. Χρειάζεται, λοιπόν, ενίσχυση εκείνων των μορφών τουρισμού, όπου το κύριο κίνητρο των τουριστών είναι η παρατήρηση και η εκτίμηση της φύσης καθώς επίσης και οι παραδοσιακοί πολιτισμοί.
Το είδος του οργανωμένου τουρισμού που προσφέρει απλά ήλιο, άμμο και θάλασσα (όπως εφαρμόζουμε στην Ελλάδα) ή ακόμα χειρότερα ο “all inclusive” τουρισμός σε τεράστιες ξενοδοχειακές μονάδες, έχει δείξει σε χώρες που το εφαρμόζουν εδώ και πολλά χρόνια (Ισπανία, Πορτογαλία, κλπ) ότι οδηγεί σε αλλοίωση του τοπίου και του παραδοσιακού χαρακτήρα, οδηγεί σε ερήμωση, σε κατασπατάληση των φυσικών πόρων και τελικά σε συρρίκνωση του αριθμού των επισκεπτών. Δεν είναι τυχαίο που τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται στην Ισπανία ένα πρόγραμμα κατεδαφίσεων μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων και απελευθέρωσης των παραλιών.
Να σταματήσει, λοιπόν, η ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση άσχημων και επιβαρυντικών παράκτιων ξενοδοχειακών μονάδων.
Από την άλλη, σε περιοχές που έχει αναπτυχθεί ένα διαφορετικό μοντέλο τουρισμού με “διαφοροποιημένο”- ποικίλο προϊόν (πχ συνδυασμός νυχτερινής ζωής και ήπιων εμπορικών δραστηριοτήτων με οικολογικό, αγροτικό, ιαματικό, αθλητικό, συνεδριακό, πολιτιστικό, ορειβατικό-αναρριχητικό, ερευνητικό-εκπαιδευτικό, φυσιολατρικό τουρισμό), όπου συνυπάρχουν οι ξενοδοχειακές μονάδες μικρής κλίμακας, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, τα οργανωμένα κάμπινγκ αλλά και ελεγχόμενες περιοχές ελεύθερης διαβίωσης, όχι μόνο έχει διατηρηθεί το τοπίο και ο τοπικός χαρακτήρας (που είναι ο κύριος πόλος έλξης), αλλά έχει αναπτυχθεί μια βιώσιμη τοπική οικονομία και μια μακροχρόνια ζύμωση στις σχέσεις ανάμεσα σε τακτικούς επισκέπτες και κατοίκους.
H ανάπτυξη του τουρισμού θα πρέπει να σέβεται και να συμβαδίζει με τις εθνικές, τοπικές, πολιτισμικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές ιδιαιτερότητες και συνθήκες.
Τουρισμός, πολιτισμός και περιβάλλον είναι οι περισσότερο αλληλοεξαρτώμενοι τομείς. Σε κάθε περίπτωση, όλα τα τουριστικά έργα να μη παραβαίνουν τους Ευρωπαϊκούς περιβαλλοντικούς νόμους (Οδηγία για τα πτηνά, Οδηγία-Πλαίσιο για το νερό κλπ).
Στόχος μιας Βιώσιμης Τουριστικής Πολιτικής θα πρέπει να είναι η αρμονική ένταξη των τουριστικών δραστηριοτήτων στο φυσικό περιβάλλον μέσω της αποφυγής και της αποτελεσματικής διαχείρισης των περιβαλλοντικών πιέσεων που δημιουργούν.
O στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί ενδεικτικά με τις εξής δράσεις:
– Έμφαση σε προγράμματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, με μείωση των πιέσεων στους τοπικούς φυσικούς πόρους, μέτρα εξοικονόμησης και ανακύκλωσης του νερού, εξοικονόμηση ενέργειας και προώθηση των ανανεώσιμων πηγών.
– Ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων και των υγρών αποβλήτων σε παράκτιες περιοχές, ιδιαίτερα κατά την εποχική έλευση των επισκεπτών.
– Στήριξη επενδύσεων σε “πράσινα ξενοδοχεία”, με μικρά μεγέθη, συστήματα ανακύκλωσης, χρήση ενέργειας φιλικής στο περιβάλλον, ήπιες κατασκευές, σεβασμό στις τοπικές διατροφικές, πολιτιστικές και άλλες παραγωγικές δραστηριότητες κτλ. Τερατουργήματα του παρελθόντος πρέπει σταδιακά να “αποσυρθούν”, κυρίως σε “κορεσμένες περιοχές”.
– Οι ξενοδοχειακές μονάδες πρέπει να αποκτήσουν πιστοποίηση και οικολογική σήμανση αναφορικά με τη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων και χρήση τοπικών προϊόντων διατροφής.
– Η κατάρτιση και απασχόληση μόνιμου και νέου προσωπικού πρέπει να εστιάσει στα λεγόμενα πράσινα επαγγέλματα που συνδέονται με την ανάπτυξη του βιώσιμου τουρισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην διαχείριση και ερμηνεία του φυσικού περιβάλλοντος, την ανάπτυξη των ΑΠΕ, τη διαχείριση υδάτων και ενέργειας, κλπ. Επιπλέον, στο σημείο 9, θα πρότεινα να υπάρξει μεγαλύτερη έμφαση στην απασχόληση εξειδικευμένου προσωπικού, προερχόμενου από τουριστικές Σχολές.