Βάναυση παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και της Σύμβασης του Άαρχους, αποτελεί η διαδικασία και το πλαίσιο διαβούλευσης που έχει επιβάλει το ελληνικό υπουργείο Περιβάλλοντος για την επένδυση της εταιρίας «Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.» στη Βορειοανατολική Χαλκιδική. Όπως καταγγέλλουν οι Οικολόγοι Πράσινοι με γραπτή ερώτηση του Μιχάλη Τρεμόπουλου στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο:
- Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της εταιρίας για το έργο, κατατέθηκε στην αυτοδιοίκηση της περιοχής μόλις 10 ημέρες πριν τις δημοτικές εκλογές, με ασφυκτική προθεσμία γνωμοδότησης. Η Μελέτη παραδέχεται ότι οι επιπτώσεις στο περιβάλλον θα είναι εξαιρετικά σοβαρές.
- Η Γενική Γραμματέας του υπουργείου Περιβάλλοντος παρουσίασε από την αρχή ως ειλημμένη την απόφαση να προχωρήσει το έργο, και περιόρισε το αντικείμενο της διαβούλευσης στον κατά το δυνατόν περιορισμό των επιπτώσεων.
- Οι ασφυκτικές προθεσμίες επέβαλαν να δοθεί η γνωμοδότηση για τη Μ.Π.Ε. από το απερχόμενο Νομαρχιακό Συμβούλιο Χαλκιδικής, του οποίου η θητεία ουσιαστικά έχει λήξει και οι δικαιοδοσίες του περιορίζονται στη διαχείριση επειγουσών υποθέσεων, και όχι από τις νεοεκλεγμένες δημοτικές και περιφερειακές αρχές.
Η Σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, γνωστότερη ως Σύμβαση του Άαρχους, έχει κυρωθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση με την Οδηγία 2003/4/ΕΚ.
Η Σύμβαση ορίζει ότι: «Στο ενδιαφερόμενο κοινό παρέχονται έγκαιρα και πραγματικά δυνατότητες να συμμετάσχει στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με το περιβάλλον και, για το σκοπό αυτό, έχει το δικαίωμα να διατυπώνει παρατηρήσεις και γνώμες, όταν όλες οι επιλογές είναι ακόμη δυνατές, στην αρμοδία αρχή ή αρχές πριν από τη λήψη της απόφασης για τη συναίνεση ανάπτυξης. Για καθένα από τα διαφορετικά στάδια, προβλέπονται ευλόγα χρονικά πλαίσια, τα οποία παρέχουν επαρκή χρονικά διαστήματα για την ενημέρωση του κοινού καθώς και για την προετοιμασία και την αποτελεσματική συμμετοχή του ενδιαφερομένου κοινού στη λήψη αποφάσεων για το περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου».
Στην ερώτησή του ο Μιχάλης Τρεμόπουλος ζητά από την Κομισιόν να απαντήσει κατά πόσο οι διαδικασίες που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση είναι συμβατές με όσα επιβάλλει η Σύμβαση του Άαρχους και ποια μέτρα σκοπεύει να λάβει για να διασφαλίσει πλαίσιο διαβούλευσης σύμφωνο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
«Η λογική του «πρώτα αποφασίζουμε και μετά διαβουλευόμαστε» είναι απολύτως απαράδεκτη», τόνισε ο Μιχάλης Τρεμόπουλος. «Τα χρυσωρυχεία είναι διεθνώς από τις πιο επικίνδυνες και καταστροφικές δραστηριότητες. Στη Χαλκιδική έχουμε ένα κοίτασμα χαμηλής περιεκτικότητας και ένα έργο με σοβαρότατες επιπτώσεις, που είναι πιθανό να προκαλέσει σε βάθος χρόνου καταστροφές πολύ μεγαλύτερες από την όποια αξία θα δημιουργήσει πρόσκαιρα. Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι η στάθμιση του οφέλους και της ζημιάς οφείλει να γίνει με τη μεγαλύτερη δυνατή αντικειμενικότητα και νηφαλιότητα. Το ότι άλλοι θα έχουν το όφελος και άλλοι τις επιπτώσεις, θα πρέπει να μας προβληματίσει διπλά. Το υπουργείο Περιβάλλοντος οφείλει να δικαιώνει το όνομα και την αποστολή του, όχι να δίνει άλλοθι στη λογική του βραχυπρόθεσμου κέρδους που πληρώνεται με μόνιμες καταστροφές».
Θέμα: Συνθήκη του Άαρχους και διαβούλευση για τη ΜΠΕ της «Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.»
Στη Χαλκιδική της Κεντρικής Μακεδονίας σχεδιάζεται μεγάλη επένδυση για την εκμετάλλευση των μεταλλευμάτων της περιοχής από την εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός». Σύμφωνα με τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που κατέθεσε η εταιρεία, η επένδυση αυτή θα επιφέρει αναντίστρεπτες περιβαλλοντικές επιπτώσεις στην περιοχή εξόρυξης. Η ιστορία μεταλλευτικών δραστηριοτήτων της περιοχής είναι μεγάλη. Στην πορεία των χρόνων, σημαντικό μέρος των τοπικών κοινωνιών αλλά και πλήθος επιστημόνων έχουν τοποθετηθεί αρνητικά για αυτού του είδους την εκμετάλλευση. Εντούτοις, το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος (ΥΠΕΚΑ) επέλεξε να προωθήσει τη ΜΠΕ στο Νομαρχιακό Συμβούλιο Χαλκιδικής στις 27/10/2010 (ελάχιστα πριν τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές στις 7/11 και 14/11/2010), με προθεσμία υποβολής γνωμοδότησης τις 3/12/2010.
Η τοπική κοινωνία ενημερώθηκε για πρώτη φορά στις 26/11/2010 από εκπροσώπους της εταιρείας και την Γ.Γ. του ΥΠΕΚΑ, η οποία δήλωσε πως η απόφαση ότι το έργο θα προχωρήσει είναι ειλημμένη και ότι η διαβούλευση “αφορά στη διαμόρφωση των βέλτιστων τεχνικών και άλλων λύσεων ενόψει της περιβαλλοντικής αδειοδότησης”.
Ως αποτέλεσμα: α) κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν για την ΜΠΕ οι απερχόμενοι εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης εν μέσω προεκλογικής περιόδου, β) επικρατεί κλίμα πόλωσης, ενώ εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης θεωρούν ότι η διαβούλευση πρέπει να γίνει σε νέα βάση, υπό την αιγίδα των νέων τοπικών αρχών που αναλαμβάνουν καθήκοντα στις 1/1/2011, γ) στο διάλογο δεν συμμετέχουν ούτε οι ομάδες ενεργών πολιτών που είναι ενάντια στο έργο, ούτε και το αρμόδιο παράρτημα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Είναι η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Ελληνική κυβέρνηση συμβατή με τη συνθήκη του Aarhus (Οδηγία 2003/4/ΕΚ) σχετικά με τον τρόπο και χρόνο διεξαγωγής διαβούλευσης για λήψη αποφάσεων σχετικά με το περιβάλλον όταν «όλες οι επιλογές είναι ακόμα δυνατές» ;
Τι μέτρα προτίθεται να πάρει η Επιτροπή προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή της Οδηγίας 2003/4/ΕΚ έτσι ώστε η τελική απόφαση να ληφθεί αφού συζητηθούν επαρκώς όλες οι διαφορετικές απόψεις τόσο των επιστημόνων όσο και των τοπικών κοινωνιών;