Απάντηση του Μ. Τρεμόπουλου σε σχετικό ερώτημα της εφημερίδας του ευρωκοινοβουλίου New Europe.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι συζητά με γερμανικές εταιρίες προτάσεις για την εγκατάσταση στην Ελλάδα μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τoν ήλιο συνολικής ισχύος 3-10GW με εκτιμώμενο κόστος επένδυσης 10-30 δις ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι επενδύσεις σε γραμμές μεταφοράς.
Πιστεύω ότι η όλη συζήτηση βρίσκεται ακόμα στη σφαίρα των ιδεών, αποκαλύπτοντας μια ανησυχητική ελαφρότητα της κυβέρνησης στην προσέγγιση τέτοιων κρίσιμων ζητημάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει συζητήσει τα
σχέδιά της μόνο με τους γερμανούς επενδυτές και όχι με οποιονδήποτε εμπλεκόμενο στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ένα τεράστιο έργο που θα μπορούσε να αλλάξει σημαντικά την Ελλάδα και την οικονομία της. Νομίζω ότι αυτό λέει πολλά για το πώς η κυβέρνησή μας βλέπει την πολιτική …
Κατ ‘αρχάς, υπάρχει πράγματι αντικείμενο για επενδυτικό ενδιαφέρον: Σε σύγκριση με τη Γερμανία, η ίδια εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών, η ίδια επένδυση δηλαδή, παράγει στην Ελλάδα, σχεδόν 50% περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια, λόγω των διαφορετικών κλιματολογικών συνθηκών. Νομίζω πως η ουσία της πρότασης είναι οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Ελλάδα, όχι η εισαγωγή ηλιακής ενέργειας στη Γερμανία κατ ‘ευθείαν από την Ελλάδα. Το κόστος μεταφοράς θα ήταν τεράστιο για κάτι τέτοιο ενώ πολλές ενδιάμεσες χώρες θα ήθελαν να έχουν στο Σύστημα ηλεκτρισμού τους ένα μερίδιο αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ακόμη και η ενέργεια που θα παράγεται από 10GW φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα θα κάλυπτε μόλις το 2% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας της Γερμανίας.
Ειδικά σε αυτούς τους καιρούς της οικονομικής δυσπραγίας, οι ξένες επενδύσεις σε πράσινους τομείς στην Ελλάδα είναι καταρχήν ευπρόσδεκτες. Ωστόσο, από τη σκοπιά των Ελλήνων Πράσινων, υπάρχουν ορισμένα ζητήματα που προκαλούν ανησυχία:
Η Ελλάδα είναι ακόμη εκτός τροχιάς επίτευξης του στόχου της για 20% ΑΠΕ το 2020, το οποίο μεταφράζεται σε μερίδιο 40% των ΑΠΕ στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Χρειαζόμαστε δεσμεύσεις πως η ενέργεια που θα παράγεται από τα έργα στο πλαίσιο του Προγράμματος Ήλιος θα είναι επιπρόσθετη εκείνης που απαιτείται για την επίτευξη του εθνικού στόχου ΑΠΕ και πως το ελληνικό σύστημα ηλεκτρισμού δε θα εισάγει πλέον ηλεκτρική ενέργεια από τρίτες χώρες, το αντίθετο μάλιστα.
Επίσης, δίνουμε μια ισχυρή προτεραιότητα στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων σε κτίρια, σε σύγκριση με γεωργικές ή μη χρησιμοποιούμενες εκτάσεις. Οι ελληνικές εταιρίες φωτοβολταϊκών εκτιμούν πως υπάρχει οικονομικά εκμεταλλεύσιμο δυναμικό ύψους 10GW για τα κτίρια κι επομένως χρειάζεται να εξασφαλίσουμε πως η εγκατάσταση «ηλιακών στεγών» δεν θα υπονομευθεί από την υλοποίηση του Προγράμματος Ήλιος το οποίο αφορά εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι βέβαια το οικονομικό. Για μας, ένα σημαντικό κριτήριο για την επιλογή των επενδυτών είναι η μεγιστοποίηση της προστιθέμενης αξίας στη χώρα μας. Ο στόχος για την Ελλάδα πρέπει να είναι η ανάπτυξη μιας εγχώριας βιομηχανίας για την κατασκευή φωτοβολταϊκών πάνελ και εξαρτημάτων, που θα δημιουργεί τοπικές θέσεις εργασίας και θα αναπτύξει τελικά έναν εξαγωγικό προσανατολισμό.
Επιπλέον, πρέπει να εξετάζονται πολύ προσεκτικά οι πιθανές επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον από την κατασκευή τέτοιων μεγάλων έργων. Μερικές από τις υποψήφιες τοποθεσίες που έχουν ήδη αναφερθεί ανήκουν σε προστατευόμενες περιοχές βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας. Οι Περιφέρειες θα πρέπει να έχουν λόγο μέσα από μια ευρεία διαβούλευση για την επιλογή των τοποθεσιών για τις εγκαταστάσεις του έργου.
Τέλος, πρέπει πάντα να έχουμε κατά νου ότι εκτός από μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στις ΑΠΕ, χρειαζόμαστε και μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στην εξοικονόμηση ενέργειας και τη διαχείριση της ζήτησης, όμως η ελληνική κυβέρνηση δε φαίνεται να έχει κάποιο ενδιαφέρον για τα θέματα αυτά.